Όπως
προκύπτει εμμέσως, την 23η 12/2013,
πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση της
Συγκλήτου, στην οποία αποφασίστηκε κατά
πλειοψηφία η απονομή του χρυσού
μεταλλίου του Ιδρύματος στον κ. Κων.
Μητσοτάκη, διότι έπαιξε “σημαντικό
ρόλο στην ίδρυση και ανάπτυξη του
Πολυτεχνείου Κρήτης”, για την “
επί μακρό χρονικό διάστημα συνεισφορά
του στο Ίδρυμα και ιδιαίτερα για την
εξεύρεση και αγορά του οικοπέδου στο
οποίο στεγάζεται σήμερα το Πολυτεχνείο
Κρήτης”, αλλά και διότι “ο κ. Μητσοτάκης
συνεχίζει ακόμα και σήμερα, μετά την
απόσυρσή του από την πολιτική σκηνή, να
ενδιαφέρεται για το Πολυτεχνείο Κρήτης”!
Η
εν λόγω μεθόδευση και απόφαση πάσχει
λόγω σειράς θεσμικών-νομικών, ουσιαστικών
(επιστημονικών και παιδαγωγικών) και
ηθικών ζητημάτων.
Το
σκεπτικό της εισήγησης και η όλη
επιχειρηματολογία, κινούνται επιεικώς
στο επίπεδο μιας φαιδρής ελαφρότητας,
που δεν προσιδιάζει σε λόγο πανεπιστημιακού
επιπέδου.
Πρόκειται
για εξαιρετικά σοβαρό θεσμικό και
ουσιαστικό ζήτημα. Διακεκριμένος
συνάδελφος, καθηγητής Νομικής Σχολής,
με άκρα αυτοσυγκράτηση στη διατύπωση
σχετικού μηνύματός του, επισημαίνει:
“η
απονομή μεταλλίου σε οποιονδήποτε από
ακαδημαϊκό Ίδρυμα, θα πρέπει λογικά
να διέπεται αναλογικά από τη ρύθμιση
που αφορά στην απονομή του τίτλου του
επίτιμου διδάκτορα. Αυτή η τελευταία,
όμως, επιτρέπεται, μόνον εφόσον πληρούται
τουλάχιστον μία από τις δύο προϋποθέσεις:
α)
είτε ο τιμώμενος έχει συμβάλει στην
πρόοδο της επιστήμης που καλλιεργείται
στο αντίστοιχο ακαδημαϊκό Τμήμα. Είτε
β)
έχει να επιδείξει αναμφίβολα κάποια
σπουδαία υπηρεσία στο ελληνικό Έθνος.
Εξ
αντιδιαστολής προκύπτει ότι καθόλου
δεν αρκεί ο πιθανός τιμώμενος απλώς να
κατάγεται από τον ίδιο τόπο όπου εδρεύει
το ΑΕΙ που σκέπτεται να του απονείμει
την εν λόγω τιμή! Ούτε βέβαια αρκεί ότι
το πρόσωπο αυτό τυχαίνει να είναι πατέρας
τέκνων που επίσης επιδίδονται στην
πολιτική και μάλιστα στην ίδια πολιτική
παράταξη με εκείνον!
Στη
συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, ως προς
την πρώτη προϋπόθεση, είναι απολύτως
βέβαιο ότι ο κ. Μητσοτάκης ουδεμία
συμβολή είχε ποτέ του στην πρόοδο των
επιστημών που καλλιεργούνται σε
Πολυτεχνική Σχολή. Απεναντίας, ως
προς τη δεύτερη προϋπόθεση, είναι λίαν
αβέβαιο -το γράφω όσο πιο κομψά δύναμαι-
κατά πόσο η συνολική πολιτεία του
συγκεκριμένου πολιτικού έχει εισφέρει
κάποια αξιοθαύμαστη υπηρεσία στην
πολιτική ζωή της χώρας.
Αλλά
ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα ως
τέτοιο δεν επιτρέπεται ηθικά να
πολιτικολογεί, να εμπλέκεται έστω και
εμμέσως στον τρέχοντα πολιτικό βίο,
σύγχρονο ή πρόσφατο. Ούτε βέβαια να
κάνει διακρίσεις μεταξύ πολιτικών
προσώπων, αναγκαστικά ταυτισμένων με
ορισμένη πολιτική παράταξη. Οι
πολιτικοί αφενός κρίνονται κατά την
ενεργό πολιτική ζωή τους από τους
ψηφοφόρους τους. Αφετέρου αξιολογούνται
ως προς το συνολικό έργο τους από την
Πολιτική Ιστορία του μέλλοντος. Όχι
πάντως με κάποια άχαρη ψηφοφορία μεταξύ
των μελών μιας Συγκλήτου ή Γενικής
Συνέλευσης σε κάποιο ΑΕΙ, Σχολή ή
πανεπιστημιακό Τμήμα.
Ως
εκ τούτου, η εν θέματι σκέψη του αξιότιμου
κυρίου Πρυτάνεως δεν συνάδει με την
ακαδημαϊκή δεοντολογία σχετικά με την
απονομή τιμών σε τρίτους”.
Η
επιλογή της βράβευσης του συγκεκριμένου
προσώπου στη συγκεκριμένη συγκυρία,εμπεριέχει
πολλαπλούς συμβολισμούς, κάθε άλλο παρά
τιμητικούς για τις σκοπιμότητες, τα
κριτήρια και το όλο ηθικοπολιτικό μήνυμα
που εκπέμπει. Η χώρα και η πανεπιστημιακή
παιδεία ταλανίζονται από μια κρίση και
συγκεκριμένου τύπου πολιτικές διαχείρισής
της, που επιφέρουν καταστροφικά
αποτελέσματα, αντίστοιχα με αυτά
πολεμικής περιόδου. Το εν λόγω πολιτικό
πρόσωπο, προφανώς δεν έχει την παραμικρή
σχέση με δημιουργική ερευνητική
συνεισφορά στην εν γένει επιστήμη, πολλώ
μάλλον δε - στα γνωστικά αντικείμενα
που θεραπεύει το Ίδρυμά μας.
Είναι
γνωστό ότι εθιμοτυπικά απονέμονται
τίτλοι Επίτιμου Διδάκτορα σε πολιτικούς
και πολιτειακούς παράγοντες της
αλλοδαπής
από
κεντρικά πανεπιστήμια της πρωτεύουσας
κρατών. Προφανώς, η εν λόγω περίπτωση
δεν μας αφορά.
Μήπως
όμως το τιμώμενο πρόσωπο, έχει να
επιδείξει αναμφίβολα κάποια σπουδαία
υπηρεσία στο λαό και στον τόπο; Πατριαρχική
μορφή γνωστής δυναστείας επαγγελματιών
πολιτικών υπαλλήλων του καθεστώτος (με
τρεις τουλάχιστον απογόνους στην ενεργό
πολιτική), με μακροχρόνιο βίο και πολιτεία
και τον καθεστωτισμό ως μόνη σταθερή
ιδεολογία, συμπυκνώνει και συμβολίζει
ορισμένα χαρακτηριστικά, τα οποία, κάθε
άλλο παρά υποδειγματικά μπορούν να
αποκαλούνται: αρχομανή φιλοδοξία, δια
βίου σύμφυση με την εξουσία και συστηματική
επιβολή και προώθηση απογόνων σε αυτήν,
χειραγωγικές πρακτικές, καιροσκοπισμός,
απουσία αρχών, αποστασία, ροπή στη
διαπλοκή και σε συνωμοσίες, επιδεικτική
προβολή και επίκληση διασυνδέσεων με
ισχυρούς παράγοντες της αλλοδαπής,
κυνικό αμοραλισμό και στυγνότητα στην
προβολή και επιβολή αντιλαϊκών πολιτικών,
πατερναλισμό, νεποτισμό, παραγοντισμό
κ.ο.κ.
Είναι
λοιπόν σαν
να επιβραβεύονται με αυτή την απόφαση
όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που
σηματοδοτούν και προσωποποιούν εκείνα
τα χαρακτηριστικά, τα οποία είναι άρρηκτα
συνδεδεμένα ακριβώς με ότι μας οδήγησε
στην καταστροφική κρίση, αλλά και με
όσους -ενώ μας οδήγησαν εδώ- αυτοπροβάλλονται
τώρα και ως αυτόκλητοι “σωτήρες”...
Είναι
άκρως
προκλητικό, άνθρωποι που εξανίστανται
δήθεν “κατά των παρατάξεων και της
πολιτικής στο Πανεπιστήμιο”, να
προβαίνουν στη δια
χρυσού
μεταλλίου βράβευση του κατ'
εξοχήν συμβόλου του παλαιοκομματισμού.
Επομένως,
η απόφαση αυτή
του κ. Πρύτανη και της Συγκλήτου προκαλεί
την κοινότητα του Ιδρύματος και την
κοινωνία, προκαλεί οργή και αγανάκτηση
με τον αμοραλισμό της και εξευτελίζει
το Ίδρυμα. Αποδεικνύει ότι η εκ νέου -με
νέο “θεσμικό” καθεστώς και και υπό νέα
διεύθυνση- αναρριχηθείσα στη διοίκηση
του Ιδρύματος παράταξη, συνεχίζει επί
τα χείρω και ακόμα πιο απροκάλυπτα τις
γνωστές πραξικοπηματικές παραδόσεις
της, της κολακείας της εξουσίας
συμπεριλαμβανομένης. Είναι μια πράξη
που αποκαλύπτει ευθέως το τι ακριβώς
πρεσβεύει αυτή η παράταξη. Αποπνέει μια
σκοπιμότητα ιδιοτελή και δουλοπρεπή
συνάμα, απάδουσα της αξιοπρέπειας των
πανεπιστημιακών δασκάλων, μια μικρόνοια,
που στην πιο κρίσιμη συγκυρία καταρράκωσης
του κύρους του καθεστώτος, σπεύδει να
προσδώσει κύρος και τιμές σε χρεοκοπημένα
σύμβολά του, ευελπιστώντας σε μελλοντικά
ψιχία εύνοιας εκ μέρους του...
Άρα, ακόμα
και
αν η εν λόγω προκλητική και απροκάλυπτη
απόφαση είναι νομότυπη, δεν είναι ηθική
και -ως εκ τούτου- είναι απονομιμοποιημένη
στην κοινωνική συνείδηση. Όσοι την
έλαβαν και θα επιδιώξουν να την εφαρμόσουν,
φέρουν σοβαρή ευθύνη ενώπιον της
κοινότητας του Ιδρύματος και της
κοινωνίας και θα κληθούν να λογοδοτήσουν
για αυτήν.
Είμαι
βέβαιος ότι αυτό το σκεπτικό συμμερίζεται
η πλειονότητα των μελών της κοινότητας
του Ιδρύματος. Γι' αυτό άλλωστε επελέγη
και η γνωστή μεθόδευση εν κρυπτώ, σε
περίοδο διακοπών. Εάν δεν ισχύουν όλα
αυτά και οι προαναφερθείσες σκοπιμότητες,
προκαλώ τον
κ. Πρύτανη, εάν -έστω και τώρα- επιθυμεί
να αποδείξει τις αγνές και δημοκρατικές
του προθέσεις, να προβεί σε δημόσια
διαβούλευση και σε δημοκρατική έκφραση
της ετυμηγορίας της κοινότητας του
Ιδρύματος επί της προτάσεώς του -όχι σε
μιαν άχαρη ψηφοφορία σε στενό κύκλο,
παρουσία των αρχών (με ότι αυτό συνεπάγεται
για την αδέκαστη κρίση...)- αλλά, με γενική
μυστική ψηφοφορία.
Σε
κάθε περίπτωση,
θεωρώ επιστημονικό, παιδαγωγικό και
ηθικό καθήκον μου να διαχωρίσω δημόσια
και κατηγορηματικά τη θέση μου από αυτή
την επονείδιστη
και εξευτελιστική απόφαση και να
καταγγείλω την όλη μεθόδευση.
28.12.13
Δημήτρης
Πατέλης
Διδάσκων
Φιλοσοφία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου